Κυριακή 11 Μαΐου 2014

Από την Όλγα (στ' Δημοτικού)

Η νύχτα ήταν παγωμένη και σκοτεινή. Το  φεγγάρι είχε καλυφθεί με σύννεφα. Τα μαύρα του μάτια έψαξαν στο δάσος. Δεν μπορούσε να αποφασίσει τι θα έκαν. Έφτιαξε βιαστικά το μαλλί του. Το μυαλό του γύρισε πίσω σ' εκείνη. Τα τελευταία τους λόγια ήταν λόγια μίσους. Είχε φύγει βιαστικά. Ένιωσε ότι η καρδιά του θα γινόταν χίλια κομμάτια. Είχαν μαλώσει πάλι. Και αυτήν τη φορά έφταιγε αυτός. Είχε βγάλει βιαστικά συμπεράσματα.

Η νύχτα ήταν παγωμένη και σκοτεινή. Το φεγγάρι είχε καλυφθεί με σύννεφα.
Βέβαια μέσα στο σπίτι υπήρχαν τα φώτα. Κοιτάχθηκε στον καθρέφτη. Τα γαλάζια της μάτια είχαν βουρκώσει. Ήταν υπερβολική. Μήπως να έβγαινε να τον ψάξει; Ήταν νύχτα και φοβόταν για εκείνος. Ένα αλύχτισμα ακούστηκε. Και οι δυο τους το άκουσαν. Αλλά ήταν πολύ αργά.

Η Ολίβια έβαλε τις μπότες  της. Ο Αλέξης άρχισε να τρέχει. Οι λύκοι ήταν καλοί κυνηγοί .
Και οι δυο τους το ξεραν. Κανείς τους όμως δεν ήξερε τι επακολουθούσε. Πήρε το ξίφος της. Έβγαλε το σουγιά του. Η ολίβια άρχισε να ψάχνει. Άκουσε βήματα. Σήκωσε το ξίφος της. Γύρισε και βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Αλέξη. Κοιτάχθηκαν. Η Ολίβια βουρκωσε.
Ξαφνικά τα χρώματα από το πρόσωπό της χάθηκαν. Γονάτισε κι έπσε στο λευκό χιόνι. Από πίσω της στεκόταν ένας λύκος. Την είχε πληγώσει.
"Όλιβ μου συγγνώμη, είχα άδικο! Δεν έπρεπε να σου πω τέτοια λόγια. Συγγνώμη."

Η Όλιβ άνοιξε τα μάτια της, ήταν εξαντλημένη. Ο Αλέξης πήρε το ξίφος της και το κάρφωσε στο λύκο. Μετά σήκωσε το κορίτσι και το μετέφερε στο σπίτι. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Μπήκε στο σπίτι και άνοιξε ένα ντουλάπι. Πήρε ένα κίτρινο μπουκάλι. Το άνοιξε και της έδωσε να πιει. Όσο πιο πολύ έπινε τόσο πιο πολύ ο ίδιος εξασθενούσε...

Συνεχίζεται...

Η πεταλούδα που δεν πέταξε ποτέ-Χριστίνα Ραφαέλλα Μπουρλή (γ' δημοτικού)

Ήταν μια όμορφη πεταλούδα που ποτέ δεν πέταξε. Το όνειρό της ήταν αυτό αλλά ποτέ δεν τα κατάφερε! Κάθε πρωί προσπαθούσε και προσπαθούσε άλλα τίποτα! Ώσπου μια μέρα σταμάτησε να προσπαθεί κι άρχισε να κλαίει. Είδε τις άλλες πεταλούδες που πετούσαν και ζήλευε. Μια πεταλούδα φίλη ςτης, που την έλεγαν Λήδα, έδωσε θάρρος να μην σταματήσει την προσπάθεια! Τότε
η μικρή πεταλούδα , με το όνομα Λυδία συνέχισε να προσπαθεί. Ώσπου μια μέρα τα κατα΄φερε και τελικά κατάλαβε ότι ποτέ δεν το βάζουμε κάτω και συνεχίζουμε τη ζωή μας χωρίς να τα παρατάμε.

Το παραμύθι της Μέρας και της Νύχτας-Γωγώ Τρουλάκη (στ' Δημοτικού)

Κάποτε ψηλά στον ουρανό, η γη και ο ήλιος αποφάσισαν να κάνουν δυο παιδιά. Τη Μέρα και τη Νύχτα, δύο δίδυμα μωρά!
Όμως η Μέρα και η Νύχτα δεν μοιάζουν καθόλου παρόλο που είναι δίδυμες! Η Μέρα είναι πάντα χαρούμενη και φωτεινή, ενώ η Νύχτα είναι πάντα θυμωμένη και θέλει να ξεφορτωθεί τη Μέρα. Κάποια στιγμή της ήρθε μια ιδέα. Θα έδιωχνε την αδελφή της μακριά. Σαν το άκουσε αυτό η Μέρα άρχισε να τρέχει να σωθεί, όμως αυτή, όπως και η αδελφή της είναι πολύ αργές και δεν τρέχουν γρήγορα.
Ξοπίσω απ' τη Μέρα τρέχει η Νύχτα μα να την πιάσει δεν μπορεί! Έτσι η Μέρα τρέχει γύρω από τη γη για να ξεφύγει. Όταν λοιπόν η Μέρα σταματά για να ξεκουραστεί, όλα είναι φωτεινά και έχουμε μέρα, ενώ όταν η Νύχτα σταματά να ξεκουραστεί έχουμε σκοτάδι, δηλαδή νύχτα!